Ρευματικές παθήσεις είναι οι μη τραυματικές παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος, δηλ. των αρθρώσεων, τενόντων, συνδέσμων, ορογόνων θυλάκων, μυών, οστών και σπονδυλικής στήλης.
Σύμφωνα με τα ευρήματα πανελλήνιων επιδημιολογικών ερευνών του Ελληνικού Ιδρύματος Ρευματολογίας, οι ρευματικές παθήσεις αποτελούν ένα μέγιστο και πολυδιάστατο κοινωνικό πρόβλημα, που δεν αφορά μόνο τους ασθενείς ή, όπως πιστεύεται, μόνο τις μεγάλες ηλικίες, αλλά αφορά όλες τις ηλικίες καθώς και το κοινωνικό σύνολο, διότι:
α) Είναι πολύ συχνές (πάνω από 2.500.000 Έλληνες προσβάλλονται από κάποια ρευματική πάθηση) και
β) Είναι, μεταξύ όλων των άλλων ομάδων παθήσεων, το πιο συχνό αίτιο χρόνιων προβλημάτων υγείας, μακροχρόνιας σωματικής ανικανότητας (αναπηρικές συντάξεις κ.λπ.), ιατρικών επισκέψεων και απουσιών από την εργασία τόσο στο σύνολο του γενικού πληθυσμού, όσο και στον εργαζόμενο πληθυσμό της χώρας μας.
Σήμερα είναι εφικτή η αποτελεσματική αντιμετώπιση των ρευματικών παθήσεων και η δραστική μείωση των δυσμενών τους επιπτώσεων με δύο βασικές προϋποθέσεις: την έγκαιρη διάγνωση και την πρώιμη και ορθή θεραπευτική παρέμβαση. Οι προϋποθέσεις αυτές μπορεί να εξασφαλιστούν με την έγκαιρη επίσκεψη των ασθενών σε ρευματολόγους.
Οι Έλληνες, όμως, ασθενείς με τις παθήσεις αυτές δεν είναι χρήστες των σύγχρονων θεραπευτικών δυνατοτήτων, διότι καθυστερούν πολύ να απευθυνθούν στους ειδικούς γιατρούς, δηλ. ρευματολόγους. Το κύριο αίτιο της καθυστέρησης στην επίσκεψη σε ρευματολόγους είναι ότι το 87% των Ελλήνων δεν γνωρίζει τι είναι οι ρευματικές παθήσεις, ούτε γνωρίζει ότι θα πρέπει να απευθυνθεί σε ρευματολόγους αν έχει ή αν παρουσιάσει πόνο μη τραυματικής αιτιολογίας σε αρθρώσεις ή τένοντες, στη μέση ή στον αυχένα, που είναι το κύριο και κοινό σύμπτωμα των ρευματικών παθήσεων.